Εξελίξεις στην διάγνωση του καρκίνου του μαστού.



Δημήτριος Κορωνάρχης MD, FEBS
Χειρουργός Μαστού

Δ/ντής Γ' Κλινικής Μαστού, Ιασώ General



Ακρογωνιαίος λίθος για την επιτυχή αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού
είναι η έγκαιρη διάγνωση. Με ιατρικούς όρους, έγκαιρη χαρακτηρίζεται η διάγνωση
που γίνεται μέσα από μια διαδικασία προσυμπτωματικού ελέγχου, δηλαδή πριν η
ασθενής εκδηλώσει συμπτώματα της νόσου. Στην περίπτωση του καρκίνου του
μαστού η εξέταση που χρησιμοποιείται για τον σκοπό αυτό, εδώ και αρκετές
δεκαετίες, είναι η μαστογραφία. Η μείωση της θνητότητας από καρκίνο του μαστού
στις γυναίκες που μετέχουν σε προγράμματα προληπτικού ελέγχου με μαστογραφία
είναι σημαντική και φθάνει περίπου το 30%. Η μαστογραφία που γίνεται για
προληπτικό έλεγχο αφορά κυρίως γυναίκες σαράντα ετών και άνω και γίνεται σε
ετήσια βάση.
Τα τελευταία χρόνια με την βοήθεια της τεχνολογίας οι διαγνωστικές μέθοδοι
που έχουμε στην διάθεση μας έχουν βελτιωθεί σημαντικά, ενώ έχουν εμφανιστεί και
καινούριες που στοχεύουν στην έγκαιρη διάγνωση.
Η ψηφιακή μαστογραφία αποτελεί εξέλιξη της κλασσικής, αναλογικής
μαστογραφίας. Έχοντας καλύτερη ευκρίνεια και αντίθεση εικόνας, είναι πιο
αποτελεσματική στην διάγνωση κακοήθων βλαβών σε νέες γυναίκες καθώς και σε
γυναίκες με πυκνούς μαστούς. Επίσης αναγνωρίζονται καλύτερα οι
μικροαποτιτανώσεις, ένα εύρημα που συχνά αποτελεί και το μοναδικό σημάδι ενός
πολύ αρχόμενου καρκινώματος του μαστού που λέγεται πορογενές καρκίνωμα in situ.
Σε γυναίκες με πυκνούς μαστούς όπου τα αδενικά και ινώδη συστατικά του μαστού
είναι πολύ περισσότερα από το λίπος, η διαγνωστική ακρίβεια της μαστογραφίας
μειώνεται. Μια δυνατότητα που διαθέτουν οι σύγχρονοι ψηφιακοί μαστογράφοι και
μπορεί να βοηθήσει στην περίπτωση αυτή είναι η ψηφιακή τομοσύνθεση. Με την
τομοσύνθεση λαμβάνονται διαδοχικές εικόνες του μαστού πάχους ενός χιλιοστού και
έτσι σκανάρεται όλος ο μαστός και μπορεί να αποκαλυφθούν μικρές κακοήθεις
βλάβες που μπορεί να κρύβονται μέσα σε πυκνό παρέγχυμα. Επίσης πολύ χρήσιμο σε
γυναίκες με πυκνούς μαστούς είναι το υπερηχογράφημα μαστών, αφού η διαγνωστική
του ακρίβεια δεν επηρεάζεται από την πυκνότητα του παρεγχύματος.
Οι υπερηχοτομογράφοι είναι πλέον υψηλής ευκρίνειας ενώ διαθέτουν και
δυνατότητα τρισδιάστατης απεικόνισης των όγκων αλλά και ελαστογραφίας μιας
μεθόδου που μετράει την σκληρότητα της βλάβης και βοηθάει στην διάκριση
καλοήθων (πιο μαλακές) από τις κακοήθεις (πιο σκληρές) βλάβες. Το
υπερηχογράφημα μαστών δεν αντικαθιστά, αλλά συμπληρώνει την μαστογραφία.
Σημαντική επίσης εξέλιξη στις απεικονιστικές εξετάσεις είναι και η
μαγνητική τομογραφία μαστών. Χρησιμοποιείται κυρίως ως περαιτέρω διερεύνηση
ευρημάτων από άλλες απεικονιστικές εξετάσεις. Μπορεί όμως να γίνει και ως
εξέταση ελέγχου σε γυναίκες πολύ υψηλού κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του
μαστού, όπως είναι οι φορείς των μεταλλαγμένων γονιδίων BRCA 1,2 που είναι
υπεύθυνα για την εμφάνιση κληρονομικού καρκίνου του μαστού.
Το επόμενο βήμα από την αναγνώριση μιας βλάβης στις απεικονιστικές
εξετάσεις είναι η οριστική διάγνωση και η ιστολογική ταυτοποίησή της. Για να γίνει
αυτό χρειάζεται να πάρουμε μικρό τεμάχιο ιστού από την βλάβη για να εξεταστεί στο
μικροσκόπιο. Αυτό επιτυγχάνεται συνήθως με παρακέντηση της με βελόνα υπό
υπερηχογραφική καθοδήγηση. Για τις μη ψηλαφητές και μη ορατές στο
υπερηχογράφημα βλάβες όπως π.χ. είναι οι συρρέουσες μικροαποτιτανώσεις έχει
αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια μία νέα μέθοδος, η στερεοτακτική βιοψία με
βελόνα. Απαιτεί ειδικό εξοπλισμό που αποτελείται από ειδικό κρεββάτι και συσκευή
μαστογράφου που στοχεύει την βλάβη και καθοδηγεί την ειδική βελόνη που είναι
συνδεδεμένη με συσκευή αναρρόφησης. Έτσι η βελόνη κόβει και αναρροφά τα
τεμάχια του μαζικού παρεγχύματος με τις μικροαποτιτανώσεις. Η διαδικασία γίνεται
υπό τοπική αναισθησία και είναι σύντομη. Με τη μέθοδο αυτή επιτυγχάνουμε
διάγνωση σε μία βλάβη που παλαιότερα θα χρειαζόταν να οδηγήσουμε την ασθενή
στο χειρουργείο για να το πετύχουμε.
Η σύγχρονη τεχνολογία μας δίνει τα όπλα για να πετύχουμε την έγκαιρη
διάγνωση. Χρειάζεται όμως οι γυναίκες να είναι συνεπείς και να μη διστάζουν να
προσέλθουν στον ετήσιο έλεγχο, λόγω του άγχους των αποτελεσμάτων. Αν μία
κακοήθης βλάβη έχει δημιουργηθεί αργά η γρήγορα θα δώσει συμπτώματα. Η
ανακάλυψή της σε όσο το δυνατόν μικρότερο στάδιο έχει και τις περισσότερες
πιθανότητες για ίαση.

Φυσική δραστηριότητα, σωματικό βάρος και καρκίνος του μαστού



Δημήτριος Ν. Κορωνάρχης ΜD, FEBS
Χειρουργός Μαστού

Δ/ντής Γ' Κλινικής Μαστού, Ιασώ General

Ο καρκίνος του μαστού είναι η κακοήθης πάθηση που εμφανίζεται συχνότερα στον
γυναικείο πληθυσμό. Ωστόσο δεν αποτελεί και την συχνότερη αιτία θανάτου από κακοήθεια στις
γυναίκες, λόγω των προόδων που έχουν γίνει τόσο στην έγκαιρη διάγνωση όσο και στην
αντιμετώπισή του. Καθώς λοιπόν ολοένα και περισσότερες γυναίκες επιβιώνουν μετά τη μάχη με
τον καρκίνο, είναι σημαντικό να εστιάσουμε γύρω από την ποιότητα της ζωής και το ευ ζην αυτών
των γυναικών. Πολλές μελέτες πλέον δείχνουν ότι στις γυναίκες αυτές, η φυσική δραστηριότητα
βελτιώνει την ποιότητα ζωής, περιορίζει το αίσθημα κόπωσης και ελαττώνει την πιθανότητα
θανάτου τόσο από τον καρκίνο του μαστού όσο και από άλλες αιτίες. Αλλά και στις γυναίκες που
δεν έχουν νοσήσει υπάρχει σταθερή και ισχυρή συσχέτιση μεταξύ φυσικής δραστηριότητας και
ελάττωσης του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού που φθάνει το 10-25%.
Ας δούμε κατ’ αρχάς τι είναι φυσική δραστηριότητα. Είναι κάθε σωματική κίνηση που
προκαλείται από σύσπαση των μυών και έχει ως αποτέλεσμα το ξόδεμα ενέργειας. Η φυσική
δραστηριότητα είναι κριτικής σημασίας συνιστώσα της ενεργειακής ισορροπίας του οργανισμού. Ο
τελευταίος όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει πως το βάρος, η δίαιτα και η φυσική
δραστηριότητα επηρεάζουν την κατάσταση της υγείας, περιλαμβανομένου και του κινδύνου
εμφάνισης κακοηθειών. Η φυσική δραστηριότητα ωφελεί την υγεία μας με πολλούς τρόπους:
συμβάλλει στον έλεγχο του βάρους, την διατήρηση υγιών μυών συνδέσμων και αρθρώσεων
ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης υπέρτασης και σακχαρώδους διαβήτη, ελαττώνει τον κίνδυνο
θανάτου από καρδιακές παθήσεις, προκαλεί ψυχική ανάταση και ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης
κακοηθειών όπως μαστού και παχέος εντέρου. Πόση φυσική δραστηριότητα όμως χρειάζεται ένας
ενήλικας; Σύμφωνα με το CDC (Centers for Disease Control and Prevention) των ΗΠΑ, χρειάζεται
μέτριας έντασης φυσική δραστηριότητα τουλάχιστον για 30 λεπτά την ημέρα για 5 ημέρες την
εβδομάδα ή περισσότερο, όπως για παράδειγμα περπάτημα 5-7χ/ω, ποδήλατο 7-15χ/ω, χοροί
μοντέρνοι ή παραδοσιακοί, aerobics, yoga, πιγκ πογκ, γκολφ, γυμναστική με ελεύθερα βάρη και
τροχαλίες, αργή κατάβαση πλαγιάς στο σκι, χαλαρή κολύμβηση, τέννις διπλό αλλά και καθημερινές
οικιακές δραστηριότητες, παιχνίδι με παιδιά, επισκευές στο σπίτι, πλύσιμο αυτοκινήτου, κυνήγι κ.
ά. Εναλλακτικά μπορεί να έχει υψηλής έντασης φυσική δραστηριότητα τουλάχιστον για 20 λεπτά
για 3 φορές την εβδομάδα ή περισσότερο π.χ. βάδην>7χ/ω, τρέξιμο, jogging, ποδήλατο>15χ/ω,
ανάβαση λόφου, αναρρίχηση βουνού, aerobics υψηλής έντασης, καράτε, judo, γυμναστική με βάρη,
τέννις μονό, beach volley κολύμβηση με ρυθμό, βαρειές οικιακές εργασίες, κ. ά.
Οι κύριοι βιολογικοί μηχανισμοί με τους οποίους σχετίζεται ο καρκίνος του μαστού στην
εμμηνόπαυση είναι η αύξηση του σωματικού λίπους, οι ενδογενείς ορμόνες (οιστρογόνα
ανδρογόνα), η αντίσταση στην ινσουλίνη και η χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή. Επίσης άλλοι
πιθανώς σημαντικοί μηχανισμοί περιλαμβάνουν: διαταραχές του DNA, την λειτουργία του
ανοσοποιητικού και τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D. Η φυσική δραστηριότητα ελαττώνει τα
επίπεδα των κυκλοφορούντων ορμονών ειδικά στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, ελαττώνει τα
επίπεδα ινσουλίνης και IGF-I (Insulin Growth Factor I), βελτιώνει την ανοσιακή απάντηση και
συμβάλλει στην διατήρηση ενός καλού επιπέδου βάρους και στην αποφυγή συσσώρευσης λίπους.
Πολλές μελέτες δείχνουν ότι η φυσική δραστηριότητα ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου
του μαστού. Τα αποτελέσματα είναι καλύτερα για γυναίκες που ξεκινούν να ασκούνται από την
εφηβική ηλικία και συνεχίζουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, ενώ διατηρούν ένα κανονικό
σωματικό βάρος. Αυτό που δεν έχει όμως αποσαφηνιστεί είναι το είδος, η συχνότητα και η ένταση
της δραστηριότητας που παρέχει το μεγαλύτερο όφελος. Αν και οι περισσότεροι συγγραφείς
συνιστούν 150 λεπτά την εβδομάδα περπάτημα με κανονικό βήμα, το θέμα εξακολουθεί να είναι
υπό διερεύνηση. Πολλές μελέτες έχουν γίνει επίσης για να ερευνήσουν τα αποτελέσματα της
φυσικής άσκησης σε ασθενείς που διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού. Υπάρχει πλέον απόδειξη
ότι η άσκηση βελτιώνει τη θνητότητα, τη νοσηρότητα την ποιότητα ζωής, την φυσιολογική
λειτουργία, τη μυϊκή δύναμη και την συναισθηματική ευημερία. Με βάση επομένως επιστημονικά
δεδομένα οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού θα πρέπει να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε
προγράμματα αποκατάστασης που περιλαμβάνουν αεροβικές ασκήσεις και ασκήσεις
ενδυνάμωσης. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί ότι η αλλαγή προς έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής (lifestyle)
αποτελεί μία συμπληρωματική παρέμβαση και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστάσει
την κύρια θεραπεία της νόσου (χειρουργική, φαρμακευτική, ακτινοβολία).
Το σωματικό βάρος επίσης έχει συσχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του
μαστού. Υπάρχουν πλέον πειστικά επιδημιολογικά δεδομένα ότι το σωματικό λίπος και πιθανότατα
και η αύξηση του βάρους στην ενήλικη ζωή σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου
του μαστού στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Ο δείκτης σωματικής μάζας (Body Mass Index
BMI) είναι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να υπολογίσουμε την ποσότητα λίπους σε ενήλικες
ανθρώπους και να τους κατατάξουμε σε κατηγορίες ανάλογα με το αποτέλεσμα. Προκύπτει από την
διαίρεση του βάρους του σώματος (σε κιλά) δια του τετραγώνου του ύψους (σε μέτρα). Έτσι για
παράδειγμα ένας άνθρωπος 80 κιλών και ύψους 1.70 μέτρα έχει ΒΜΙ: 80/(1.70*1.70)
=27.68. Άνθρωποι με ΒΜΙ μεταξύ 18.5 και 24.9 θεωρούνται κανονικού βάρους, μεταξύ 25 και 29.9 υπέρβαροι και από
30 και πάνω παχύσαρκοι. Σε μια ανασκόπηση μελετών φάνηκε ότι για κάθε 5kg/m2 αύξηση του
δείκτη σωματικής μάζας (ΒΜΙ) αυξάνεται και ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού μετά την
εμμηνόπαυση, κατά 12% περίπου. Επιπροσθέτως μετά από μια διάγνωση καρκίνου του μαστού τα
ποσοστά επιβίωσης πέφτουν έως και 30% καθώς ο ΒΜΙ αυξάνεται. Στις προ-εμμηνοπαυσιακές
γυναίκες δεν υπάρχει σαφής συσχέτιση μεταξύ ΒΜΙ και κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Ο λιπώδης ιστός δεν είναι απλά μια αποθήκη λίπους αλλά ένα όργανο που παράγει ορμόνες και
άλλες ουσίες όπως οι κυτοκίνες που έχουν ποικίλες δράσεις στο σώμα. Όσον αφορά τους
βιολογικούς μηχανισμούς που συσχετίζουν την παχυσαρκία με τον καρκίνο του μαστού, οι έρευνες
εστιάζουν σε τρείς τομείς: τις ενδογενείς ορμόνες του φύλου (οιστρογόνα αλλά και ανδρογόνα), τον
άξονα ινσουλίνης και IGF (Insulin Growth Factor) και μια ομάδα πρωτεϊνών, τις κυτοκίνες του
λίπους.
Τα υψηλά επίπεδα ενδογενών οιστρογόνων στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες έχουν
σταθερά συσχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Τα επίπεδα αυτών των
ορμονών είναι συνήθως υψηλότερα στις παχύσαρκες γυναίκες πιθανότατα λόγω της δράσης του
ενζύμου αρωματάση στον λιπώδη ιστό. Αλλά και τα υψηλότερα επίπεδα ανδρογόνων που συχνά
παρατηρούνται στην παχυσαρκία έχουν σχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού
μετεμμηνοπαυσιακά. Αυτό πιθανότατα συμβαίνει λόγω μετατροπής των ανδρογόνων σε
οιστρογόνα, με τη δράση του ενζύμου αρωματάση στον λιπώδη ιστό.
Οι παχύσαρκες γυναίκες έχουν υψηλά ποσοστά διαταραχών του μεταβολισμού της γλυκόζης
και σακχαρώδους διαβήτη που συχνά συνοδεύονται από υψηλά επίπεδα ινσουλίνης. Η ινσουλίνη
εκτός από τη γνωστή δράση της στον μεταβολισμό της γλυκόζης, είναι ένας σημαντικός αυξητικός
παράγοντας με δράση σε πολλούς ιστούς του σώματος, ενώ παίζει σημαντικό ρόλο στην
φυσιολογική οργανογένεση (σχηματισμός των οργάνων στο έμβρυο). Η δομή της ινσουλίνης
μοιάζει πολύ με τον αυξητικό παράγοντα ΙGF-I με τον οποίο έχουν κατά 40% όμοια αλληλουχία
αμινοξέων. Ο IGF-I είναι ο κύριος μεσολαβητής μέσω του οποίου ασκεί την δράση της η αυξητική
ορμόνη. Ινσουλίνη και IGF-I έχουν επίσης μιτογόνο και αντι-αποπτωτική δράση δηλαδή ευνοούν
την δημιουργία και διατήρηση καρκινικών κυττάρων. Καρκίνοι του μαστού έχουν σε υψηλά
ποσοστά υποδοχείς για την ινσουλίνη. Η υπερινσουλιναιμία επομένως προάγει την επιβίωση των
καρκινικών κυττάρων του μαστού. Ο διαβήτης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης
καρκίνου του μαστού αλλά όχι σε όλες τις μελέτες και αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στην πτώση
των επιπέδων ινσουλίνης στον προχωρημένο διαβήτη είτε στην χρήση αντιδιαβητικών δισκίων
όπως η μετφορμίνη. Το φάρμακο αυτό δρα εμποδίζοντας την σύνθεση της γλυκόζης στο ήπαρ και
ελαττώνει τα επίπεδα ινσουλίνης. Η πιθανή αντικαρκινική του δράση αποτελεί αντικείμενο
συνεχιζόμενης έρευνας.
Όσον αφορά τις κυτοκίνες, η λεπτίνη και η λιπονεκτίνη είναι αυτές που έχουν μελετηθεί πιο
εντατικά σε σχέση με τον καρκίνο. Παχύσαρκα άτομα έχουν την τάση να έχουν υψηλότερα επίπεδα
λεπτίνης η οποία ευνοεί την δημιουργία και διατήρηση καρκινικών κυττάρων. Αντιθέτως έχουν
χαμηλότερα επίπεδα λιπονεκτίνης, η οποία έχει αντιμιτωτική και προ-αποπτωτική δράση που δεν
ευνοεί την δημιουργία καρκινικών κυττάρων.
Δεδομένου ότι η παχυσαρκία είναι μια σαφώς τροποποιήσιμη κατάσταση, παρεμβάσεις που
στοχεύουν στην μεταβολή συγκεκριμένων διαιτητικών συνηθειών, ειδικά όταν συνοδεύονται από
συνολική αλλαγή του καθιστικού τρόπου ζωής προς έναν πιο ενεργητικό και δραστήριο, αποτελούν
μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ελαττωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού αλλά και να
βελτιωθεί η πρόγνωση όσων έχουν ήδη νοσήσει. Απλά μέτρα που μπορούν να ελαττώσουν τον
κίνδυνο εμφάνισης κακοηθειών είναι η διατήρηση ενός σταθερού υγιούς σωματικού βάρους, η
συμμετοχή σε φυσικές δραστηριότητες και ο περιορισμός της καθιστικής συμπεριφοράς, η
διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες και περιορισμένη σε κόκκινο κρέας και λίπη και τέλος ο
περιορισμός των αλκοολούχων ποτών.


Βιβλιογραφικές αναφορές
1. The Influence of Energetic Factors on Biomarkers of Postmenopausal Breast Cancer Risk.
Heather K. Neilson et al. Curr Nutr Rep. 2014; 3(1): 22–34
2. Obesity and Its Impact on Breast Cancer: Tumor Incidence, Recurrence, Survival, and
Possible Interventions. Ligibel JA, Strickler HD. ASCO University. 2013 Educational Book
3. The Inflammatory Syndrome: The Role of Adipose Tissue Cytokines in Metabolic Disorders
Linked to Obesity. Brent E. Wisse. JASN, 2004 Nov 15;(11): 2792-2800
4. Exercise in patients coping with breast cancer: An overview. Eyigor S, Kanyilmaz S. World
J Clin Oncol. 2014 Aug 10;5(3):406-11

Η αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού σήμερα

Δημήτριος Ν. Κορωνάρχης MD, FEBS
Χειρουργός Μαστού

Δ/ντής Γ’ Κλινικής Μαστού, Ιασώ General


Ο καρκίνος του μαστού είναι η κακοήθης νόσος που εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες του δυτικού κόσμου. Υπολογίζεται ότι περίπου μία στις οκτώ γυναίκες θα εμφανίσει καρκίνο του μαστού έως την όγδοη δεκαετία της ζωής της. Αυτό μεταφράζεται
στην Ελλάδα σε 4500 καινούρια περιστατικά κατ’ έτος. Το καλό νέο όμως είναι ότι η θνητότητα από τον καρκίνο του μαστού έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Αυτό οφείλεται τόσο στην εξέλιξη πιο αποτελεσματικών θεραπειών όσο και στην έγκαιρη διάγνωση που γίνεται με τον ετήσιο προσυμπτωματικό έλεγχο (μαστογραφία και ψηλάφηση). Η ανακάλυψη του καρκίνου του μαστού σε πρώιμο στάδιο δίνει και τις περισσότερες πιθανότητες για ίαση. Η αντιμετώπισή του δεν είναι δουλειά ενός μόνο
ανθρώπου αλλά απαιτεί την αγαστή συνεργασία μεταξύ ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων για
να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Ας δούμε λοιπόν ποιες ειδικότητες εμπλέκονται στην αντιμετώπιση του καρκίνου
του μαστού. Ο ακτινολόγος είναι αυτός που συνήθως διαγιγνώσκει πρώτος την ύπαρξη της
κακοήθους βλάβης στην μαστογραφία και προτείνει τον περαιτέρω έλεγχο. Επίσης σε
περίπτωση μη ψηλαφητής βλάβης ο ακτινολόγος θα κατευθύνει τον χειρουργό στην ακριβή
θέση της βλάβης, εντοπίζοντάς την με έναν συρμάτινο οδηγό. Ο συρμάτινος οδηγός
τοποθετείται προεγχειρητικά με μαστογραφική ή υπερηχογραφική καθοδήγηση. Ο
χειρουργός μαστού θα κάνει την κλινική εξέταση και θα αξιολογήσει τις απεικονιστικές
εξετάσεις. Επίσης θα κάνει την παρακέντηση της βλάβης για να επιβεβαιώσει ιστολογικά
την διάγνωση της κακοήθειας. Συνήθως δε είναι αυτός που θα συντονίσει και τις επόμενες
ενέργειες που θα χρειαστούν από τους συναδέλφους άλλων ειδικοτήτων. Εφ’ όσον η νόσος
είναι εντοπισμένη στον μαστό, ακολουθεί η χειρουργική επέμβαση η οποία μπορεί να είναι
ευρεία ογκεκτομή με διατήρηση του μαστού ή μαστεκτομή. Στην ίδια επέμβαση θα γίνει και
ο χειρουργικός έλεγχος των λεμφαδένων της σύστοιχης μασχάλης με μια διαδικασία που
λέγεται βιοψία λεμφαδένα φρουρού. Η επέμβαση γίνεται συνήθως υπό γενική αναισθησία
την οποία χορηγεί ο αναισθησιολόγος. Εάν χρησιμοποιηθεί ραδιοϊσότοπο για την
ανίχνευση του λεμφαδένα φρουρού, αυτό θα γίνει στο τμήμα πυρηνικής ιατρικής του
Νοσοκομείου ή της Κλινικής, από τον πυρηνικό ιατρό. Σε περίπτωση μαστεκτομής την
αποκατάσταση αναλαμβάνει ο πλαστικός χειρουργός. Η αποκατάσταση μπορεί να γίνει στο
ίδιο χειρουργείο με την μαστεκτομή οπότε λέγεται άμεση ή να γίνει αργότερα αφού
ολοκληρωθούν και οι συμπληρωματικές θεραπείες, οπότε λέγεται απώτερη. Ενθέματα
σιλικόνης ή αυτόλογα μοσχεύματα από την ίδια την ασθενή μπορούν να χρησιμοποιηθούν
για τον σκοπό αυτό. Μετά την επέμβαση όλοι περιμένουν το πόρισμα της ιστολογικής
εξέτασης από τον παθολογοανατόμο. Η ιστολογική εξέταση είναι αυτή που θα καθορίσει
και την ανάγκη για περαιτέρω συμπληρωματικές θεραπείες (ορμονοθεραπεία,
χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία) ανάλογα με τα βιολογικά χαρακτηριστικά του όγκου.
Επειδή η απόφαση για τις επικουρικές θεραπείες είναι πολύ σημαντική και δεν είναι πάντα
προφανής, το καλύτερο είναι να λαμβάνεται από το ογκολογικό συμβούλιο του
Νοσοκομείου ή της Κλινικής, στο οποίο συμμετέχουν ο θεράπων ιατρός καθώς και όλοι οι
ειδικοί που ασχολούνται με τον καρκίνο του μαστού. Στο ογκολογικό συμβούλιο ακούγονται
οι γνώμες των ειδικών βασισμένες πάντα στις κατευθυντήριες οδηγίες και τα τελευταία
επιστημονικά δεδομένα, σε μια προσπάθεια να εξασφαλιστεί η βέλτιστη θεραπεία για την
εκάστοτε ασθενή. Σε ορισμένες περιπτώσεις το ογκολογικό συμβούλιο συνέρχεται και μετά
την αρχική διάγνωση για να αποφασίσει για την πορεία της αντιμετώπισης πχ, εάν η
χημειοθεραπεία πρέπει να προηγηθεί της χειρουργικής επέμβασης. Αν χρειαστεί
χημειοθεραπεία αυτήν θα χορηγήσει ο παθολόγος-ογκολόγος. Αυτός θα αποφασίσει το
συνδυασμό των φαρμάκων και τη διάρκεια της θεραπείας, σύμφωνα με τα τρέχοντα διεθνή
πρωτόκολλα. Αν χρειαστεί ακτινοθεραπεία αυτή χορηγείται μετά το πέρας της
χημειοθεραπείας. Η ακτινοβολία γίνεται σε εξειδικευμένα κέντρα με τον κατάλληλο
εξοπλισμό και υπεύθυνος για τον σχεδιασμό της θεραπείας αυτής είναι ο
ακτινοθεραπευτής-ογκολόγος. Η ακτινοβολία χορηγείται σε 25-30 καθημερινές συνεδρίες
που διαρκούν λίγα λεπτά κάθε φορά. Συνεργασία και με άλλες ειδικότητες είναι απαραίτητη
ενίοτε, όπως με γυναικολόγο-μαιευτήρα για ασθενή με καρκίνο μαστού κατά την διάρκεια
της εγκυμοσύνης ή με γενετιστή σε περιπτώσεις κληρονομικού καρκίνου μαστού. Εκτός από
τους ιατρούς όμως και άλλοι μη ιατρικής ειδικότητας επιστήμονες υγείας συμμετέχουν στην
θεραπεία ασθενών με καρκίνο μαστού. Ο ψυχολόγος προσφέρει σημαντική στήριξη στην
ασθενή και βοηθάει αυτήν αλλά και την οικογένειά της να ανταπεξέλθουν σε αυτή την λίαν
αγχωτική περίοδο της ζωής της. Ο φυσιοθεραπευτής μπορεί να βοηθήσει την ασθενή στην
γρηγορότερη αποκατάσταση της λειτουργικότητας του άνω άκρου ενώ πολύτιμη είναι και η
βοήθειά του σε περιπτώσεις λεμφοιδήματος του άνω άκρου που μπορεί να εμφανιστεί
ύστερα από λεμφαδενικό καθαρισμό της μασχάλης.
Το πλήθος των ειδικοτήτων που απαιτείται όπως και η εμπειρία των ιατρών πάνω
στην ποικιλομορφία των παθήσεων του μαστού, καθιστά προτιμητέα την αντιμετώπιση των
ασθενών με καρκίνο μαστού σε οργανωμένες κλινικές μαστού. Μελέτες έχουν δείξει ότι η
πρόγνωση για τις ασθενείς με καρκίνο μαστού που χειρουργούνται σε κέντρα με μεγάλο
αριθμό τέτοιων περιστατικών είναι καλύτερη, από αυτές που αντιμετωπίζονται μέσα στη
ρουτίνα όλων των άλλων επεμβάσεων, σε Νοσοκομεία ή Κλινικές χωρίς μεγάλο αριθμό
περιστατικών καρκίνου μαστού. Και φυσικά η διαρκής επιστημονική ενημέρωση και
εκπαίδευση πάνω στις τελευταίες εξελίξεις των θεραπειών και τεχνικών ανίχνευσης των
βλαβών του μαστού, είναι απαραίτητη για να προσφέρουμε στην ασθενή την καλύτερη
υπηρεσία που μπορούμε: την αποκατάσταση της υγείας της.